Søg i begrebssystem

Søgesprog

Concept information

Foretrukken term

διαλειτουργώ  

Definition

  • Να επικοινωνεί, να εκτελεί προγράμματα ή να μεταφέρει δεδομένα μεταξύ διαφόρων λειτουργικών μονάδων με τρόπο που να απαιτεί από τον χρήστη να έχει ελάχιστη ή καθόλου γνώση των μοναδικών χαρακτηριστικών αυτών των μονάδων.

Note

  • ISO 19132:2007(en), 4.18

Kilde

  • ISO 19132:2007(en), 4.18

På andre sprog

URI

https://vocabs.sshopencloud.eu/vocabularies/sshocterm/interoperate_152

Download i SKOS-format:

RDF/XML TURTLE JSON-LD Opdateret 17.12.2021