Angaben zum Begriff
Bevorzugte Bezeichnung
μοναδικό μόνιμο αναγνωριστικό ταυτοποίησης
Definition
- Μια μοναδική και σταθερή ονομασία (αναφορά) ενός ψηφιακού πόρου (π.χ. ερευνητικών δεδομένων) μέσω της χορήγησης ενός κωδικού που μπορεί να αναφέρεται διαρκώς και ρητά στο διαδίκτυο.
Synonyme
- PID
Hinweis
- https://github.com/terms4fairskills/FAIRterminology/T4FS_0000453
- ISO 5127:2017(en), 3.2.5.25
Quelle
- Loterre Open Science Thesaurus, "PID", http://data.loterre.fr/ark:/67375/TSO-H5ZG6DX6-4
In anderen Sprachen
-
Deutsch
-
PID
-
Englisch
-
PID
-
Französisch
-
PID
-
Italienisch
-
PID
-
Niederländisch
-
PID
-
Slowenisch
-
PID
URI
https://vocabs.sshopencloud.eu/vocabularies/sshocterm/persistent_identifier_171
{{label}}
{{#each values }} {{! loop through ConceptPropertyValue objects }}
{{#if prefLabel }}
{{/if}}
{{/each}}
{{#if notation }}{{ notation }} {{/if}}{{ prefLabel }}
{{#ifDifferentLabelLang lang }} ({{ lang }}){{/ifDifferentLabelLang}}
{{#if vocabName }}
{{ vocabName }}
{{/if}}